Βαβυλώνα

19 Ημέρες που απομένουν

Επενδύστε στην ιστορική εκπαίδευση

Υποστηρίζοντας το φιλανθρωπικό μας ίδρυμα World History Foundation, επενδύετε στο μέλλον της ιστορικής εκπαίδευσης. Η δωρεά σας μας βοηθά να ενδυναμώσουμε την επόμενη γενιά με τις γνώσεις και τις δεξιότητες που χρειάζεται για να κατανοήσει τον κόσμο γύρω της. Βοηθήστε μας να ξεκινήσουμε τη νέα χρονιά έτοιμοι να δημοσιεύσουμε περισσότερες αξιόπιστες ιστορικές πληροφορίες, δωρεάν για όλους.
$149 / $10000

ορισμός

Joshua J. Mark
από , μεταφρασμένο από Athanasios Fountoukis
που δημοσιεύτηκε στο 14 October 2022
Διαθέσιμο σε άλλες γλώσσες: Αγγλικά, Κινέζικα, Γαλλικά, Ιταλικά, Ισπανικά, Τουρκικά
Ακούστε αυτό το άρθρο
X
Εκτύπωση άρθρου
Lion of Babylon, Ishtar Gate (by Jan van der Crabben, CC BY-NC-SA)
Λέων της Βαβυλώνας, Πύλη της Ιστάρ
Jan van der Crabben (CC BY-NC-SA)

Η Βαβυλώνα είναι η πιο διάσημη πόλη της αρχαίας Μεσοποταμίας, τα ερείπια της οποίας βρίσκονται στο σημερινό Ιράκ 59 μίλια (94 χλμ.) νοτιοδυτικά της Βαγδάτης. Το όνομά της προέρχεται από το bav-il ή bav-ilim, το οποίο στα Ακκαδιακά σήμαινε "Πύλη του Θεού" (ή "Πύλη των Θεών"), που στα ελληνικά δίνεται ως Βαβυλώνα. Στην εποχή της ήταν ένα μεγάλο πολιτιστικό και θρησκευτικό κέντρο.

Η πόλη αναφερόταν με δέος από τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς και φέρεται να ήταν η τοποθεσία των Κρεμαστών Κήπων της Βαβυλώνας, ενός από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου. Η φήμη της έχει αμαυρωθεί από τις πολλές δυσμενείς αναφορές της στη Βίβλο, αρχής γενομένης από τη Γένεση 11:1-9 και την ιστορία του Πύργου της Βαβέλ που συνδέεται με το ζιγκουράτ της Βαβυλώνας.

Η πόλη εμφανίζεται επίσης δυσμενώς στα βιβλία του Δανιήλ, του Ιερεμία, του Ησαΐα και, πιο γνωστό, στο βιβλίο της Αποκάλυψης. Ο μελετητής Paul Kriwaczek σημειώνει ότι η Βαβυλώνα "μπορεί να κατηγορήσει για την κακή της φήμη ευθέως τη Βίβλο" (167). Παρόλο που καμία από αυτές τις αφηγήσεις δεν μιλάει με τα καλύτερα λόγια για την πόλη, ήταν τελικά υπεύθυνες για τη φήμη (ή την κακοφημία) της στη σύγχρονη εποχή, η οποία οδήγησε στην εκ νέου ανακάλυψή της από τον Γερμανό αρχαιολόγο Robert Koldewey το 1899.

Η Βαβυλώνα ιδρύθηκε κάποια στιγμή πριν από τη βασιλεία του Σαργών του Ακκάδ (ο Μέγας, 2334-2279 π.Χ.) και φαίνεται ότι ήταν μια μικρή πόλη-λιμάνι στον ποταμό Ευφράτη μέχρι την άνοδο του Χαμουραμπί (1792-1750 π.Χ.), ο οποίος την έκανε πρωτεύουσα της Βαβυλωνιακής Αυτοκρατορίας του. Μετά το θάνατο του Χαμουραμπί, η αυτοκρατορία του γρήγορα διαλύθηκε. Η πόλη λεηλατήθηκε από τους Χετταίους το 1595 π.Χ. και στη συνέχεια καταλήφθηκε από τους Κασίτες, οι οποίοι τη μετονόμασαν σε Karanduniash.

Η παλαιοτερη αναφορα στην πολη προερχεται απο μια επιγραφη απο την εποχη του Σαργων του Ακκαδ.

Κυβερνήθηκε για σύντομο χρονικό διάστημα από τους Χαλδαίους (9ος αιώνας π.Χ.), το όνομα των οποίων έγινε συνώνυμο των Βαβυλωνίων για τους μεταγενέστερους Έλληνες συγγραφείς (κυρίως τον Ηρόδοτο) και τους βιβλικούς γραφείς, στη συνέχεια ελέγχθηκε από τη Νεοασσυριακή Αυτοκρατορία (912-612 π.Χ.) πριν καταληφθεί από τον Ναβοπολασσάρ (r. 626-605 π.Χ.), ο οποίος ίδρυσε τη Νεοβαβυλωνιακή Αυτοκρατορία. Η Βαβυλώνα περιήλθε στους Πέρσες υπό τον Κύρο Β' (τον Μέγα, περ. 550-530 π.Χ.) και υπήρξε πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών (550-330 π.Χ.) μέχρι να πέσει στον Μέγα Αλέξανδρο το 331 π.Χ.

Συνέχισε ως εμπορικό κέντρο υπό τη μετέπειτα αυτοκρατορία των Σελευκιδών (312-63 π.Χ.), την αυτοκρατορία των Πάρθιων (247 π.Χ. έως 224 μ.Χ.) και την αυτοκρατορία των Σασσανιδών (224-651 μ.Χ.), αλλά ποτέ δεν έφτασε στα ύψη που γνώρισε υπό τον Χαμουραμπί ή τον νεοβαβυλωνιακό βασιλιά Ναβουχοδονόσορα Β΄ (ρ. 605/604-562 π.Χ.). Η πόλη παρακμάζει μετά τη μουσουλμανική αραβική κατάκτηση τον 7ο αιώνα μ.Χ. όπου και τελικά εγκαταλείπεται.

Ήταν γνωστή μόνο μέσω βιβλικών αφηγήσεων και κλασικών συγγραφέων μέχρι την ανακάλυψή της τον 19ο αιώνα. Τη δεκαετία του 1980, έγιναν προσπάθειες αποκατάστασης υπό τον τότε πρόεδρο Σαντάμ Χουσεΐν, συμπεριλαμβανομένης της ανακατασκευής της πύλης Ιστάρ (η πραγματική πύλη βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο Περγάμου του Βερολίνου, Γερμανία). Το 2019, τα ερείπια της μεγάλης πόλης ανακηρύχθηκαν Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO.

Πόλη-Λιμάνι & Χαμουραμπί

Η παλαιότερη αναφορά στην πόλη προέρχεται από μια επιγραφή από την εποχή του Σαργών του Ακκάδ. Φαίνεται να ήταν μια μικρή, αλλά κερδοφόρα, πόλη-λιμάνι στον ποταμό από εκείνη την εποχή. Επί του μεταγενέστερου βασιλιά των Ακκάδων Σαρ-Καλί-Σαρρί (2223-2198 π.Χ.), καταγράφεται ότι στη Βαβυλώνα χτίστηκαν δύο ναοί, και αργότερα έπεσε υπό τον έλεγχο της πόλης Καζάλου μέχρι να απελευθερωθεί από τον Αμορραίο οπλαρχηγό Σουμου-Αμπούμ (1830-1817 π.Χ.), του οποίου ο διάδοχος, Σούμου-λα-ίλυ (έχει αναφερθεί και ως Σούμα-λα-ελ, 1880-1845 π.Χ.), ήταν ο ιδρυτής της Πρώτης Δυναστείας των βασιλέων στην Βαβυλώνα. Η πόλη ήταν ακόμη ένα μικρό λιμάνι εκείνη την εποχή, επισκιασμένη από τις γειτονικές πόλεις-κράτη.

Ο βασιλιάς Σιν-Μουμπαλίτ (r. 1812-1793 π.Χ.) ομόρφυνε την πόλη, αλλά δεν μπόρεσε να την εξυψώσει πάνω από τις άλλες και τελικά οδήγησε μια στρατιωτική εκστρατεία εναντίον της ισχυρότερης από τις γειτονικές πόλεις-κράτη, της Λάρσας, αλλά ηττήθηκε. Αναγκάστηκε να παραιτηθεί υπέρ του γιου του, Χαμουραμπί, ο οποίος υποτάχθηκε σιωπηλά στον βασιλιά της Λάρσας και ασχολήθηκε με την ενίσχυση των τειχών της Βαβυλώνας και τον εξωραϊσμό της πόλης, ενώ, κρυφά, έχτιζε και εκπαίδευε στρατό.

Όταν η Λάρσα τον κάλεσε να του παράσχει στρατεύματα για την απόκρουση των εισβολέων Ελαμιτών, ο Χαμουραμπί συμμορφώθηκε, αλλά, μόλις η περιοχή εξασφαλίστηκε, πήρε τις πόλεις Ισίν και Ουρούκ από τη Λάρσα, σύναψε συμμαχίες με τη Λαγκάς και τη Νιππούρ και κατέκτησε πλήρως τη Λάρσα. Στη συνέχεια συνέχισε τις εκστρατείες του, εκδίδοντας τους κώδικες νόμων του, κατακτώντας τη Μεσοποταμία και εγκαθιδρύοντας την αυτοκρατορία του.

Code of Hammurabi
Κώδικας του Χαμουραμπί
Larry Koester (CC BY)

Ο κώδικας του Χαμουραμπί είναι γνωστός, αλλά αποτελεί μόνο ένα παράδειγμα των πολιτικών που εφάρμοσε για να διατηρήσει την ειρήνη και να ενθαρρύνει την ευημερία. Διεύρυνε και ύψωσε τα τείχη της πόλης, ασχολήθηκε με μεγάλα δημόσια έργα, τα οποία περιελάμβαναν πλούσιους ναούς και κανάλια, και έκανε τη διπλωματία αναπόσπαστο μέρος της διοίκησής του.

Ήταν τόσο επιτυχημένος τόσο στη διπλωματία όσο και στον πόλεμο που, το 1755 π.Χ., είχε ενώσει όλη τη Μεσοποταμία υπό την κυριαρχία της Βαβυλώνας, η οποία, εκείνη την εποχή, ήταν μια μεγάλη πόλη και η μεγαλύτερη στον κόσμο με πληθυσμό που ξεπερνούσε κατά πολύ τις 100.000. Η πόλη ήταν τόσο ισχυρή και διάσημη μετά τις κατακτήσεις του Χαμουραμπί που όλη η νότια Μεσοποταμία ονομάστηκε Βαβυλωνία.

Οι Ασσύριοι & ο Ναβουχοδονόσορας Β'

Μετά τον θάνατο του Χαμουραμπί, η αυτοκρατορία του διαλύθηκε και η Βαβυλωνία συρρικνώθηκε σε μέγεθος και έκταση, μέχρι που η Βαβυλώνα λεηλατήθηκε εύκολα από τους Χετταίους το 1595 π.Χ. Οι Κασσίτες ακολούθησαν τους Χετταίους και μετονόμασαν την πόλη σε Καραντούνιας. Κάποια στιγμή μεταξύ του 14ου και του 9ου αιώνα π.Χ. χτίστηκε το μεγάλο ζιγκουράτ της Βαβυλώνας, το οποίο αργότερα θα συνδεόταν με τον Πύργο της Βαβέλ. Η σύνδεση αυτή πιστεύεται ότι έγινε εξαιτίας μιας παρερμηνείας του ακκαδικού bav-il (Πύλη των Θεών) για το εβραϊκό bavel (σύγχυση).

Recreation of the Etemenanki in Babylon
Αναπαράσταση του Ετεμενάκι στη Βαβυλώνα
Ancient History Magazine / Karwansaray Publishers (Copyright)

Στην ιστορία της Γένεσης, οι άνθρωποι ελπίζουν να φτιάξουν ένα όνομα για τους εαυτούς τους ώστε να τους θυμούνται μετά θάνατον και έτσι αρχίζουν να χτίζουν έναν μεγάλο πύργο για να φτάσουν στους ουρανούς. Ο Θεός εξοργίζεται με αυτό, καθώς ανησυχεί ότι, αν επιτραπεί στους ανθρώπους να επιτύχουν τον στόχο τους, θα αποκτήσουν στη συνέχεια τη δυνατότητα να επιχειρήσουν να κάνουν απόπειρες σε άλλους λαούς και έτσι να διαταράξουν τη φυσική τάξη. Ως εκ τούτου, διατάσσει να μην μιλούν πλέον την ίδια γλώσσα, μπερδεύει τις γλώσσες τους, και αφού δεν μπορούν πλέον να καταλάβουν ο ένας τον άλλον, ο πύργος μένει ημιτελής. Ο μελετητής Samuel Noah Kramer εξηγεί την ιστορία ως μια προσπάθεια να εξηγηθούν τα πολλά ζιγκουράτ, μεταξύ των οποίων και της Βαβυλώνας, που βρέθηκαν σε ερείπια και τα οποία είδαν ή περιέγραψαν Εβραίοι γραφείς(Σουμέριοι, 293-294).

Οι Ασσύριοι ακολούθησαν τους Κασίτες στην κυριαρχία της περιοχής, και υπό τη βασιλεία του βασιλιά Σενναχειρείμ (r. 705-681 π.Χ.), η Βαβυλώνα επαναστατούσε συνεχώς. Ο Σενναχειρείμ έχασε τελικά την υπομονή του το 689 π.Χ. και έβαλε να λεηλατήσουν την πόλη, να την ισοπεδώσουν και να διασκορπίσουν τα ερείπιά της ως μάθημα για τους άλλους. Τα ακραία μέτρα του θεωρήθηκαν ασεβείς από τον λαό γενικά και την αυλή του Σενναχειρείμ. Έτσι, λίγο αργότερα δολοφονήθηκε από τους γιους του, οι οποίοι δικαιολόγησαν την πράξη αυτή ως εκδίκηση για την ερήμωση της Βαβυλώνας.

Ο διάδοχός του, ο Εσαρχαδδών (681-669 π.Χ.), ξεκίνησε τις προσπάθειες για την επιστροφή της Βαβυλώνας στην παλιά της δόξα, επιβλέποντας προσωπικά το έργο. Αργότερα η πόλη εξεγέρθηκε εναντίον του διαδόχου του, Ασουρμπανιπάλ (668-627 π.Χ.), ο οποίος κατέστειλε την εξέγερση, αλλά δεν προκάλεσε μεγάλες ζημιές στη Βαβυλώνα και, μάλιστα, καθάρισε προσωπικά την πόλη από τα κακά πνεύματα που θεωρήθηκε ότι οδήγησαν στα προβλήματα. Η φήμη της πόλης ως κέντρου μάθησης και πολιτισμού είχε ήδη εδραιωθεί από την εποχή αυτή.

Μετά την πτώση της Ασσυριακής Αυτοκρατορίας, ο Χαλδαίος βασιλιάς Ναβοπολασσάρ ανέβηκε στο θρόνο της Βαβυλώνας και, μέσω προσεκτικών συμμαχιών, δημιούργησε τη Νεοβαβυλωνιακή Αυτοκρατορία. Ο γιος του, Ναβουχοδονόσορας Β', ανακαίνισε την πόλη, ώστε να καλύπτει 900 εκτάρια γης και να διαθέτει μερικά από τα πιο όμορφα και εντυπωσιακά κτίσματα σε όλη τη Μεσοποταμία.

Ruins of the North Palace of  Nebuchadnezzar II, Babylon
Ερείπεια του Βορείου Παλατιού του Ναβουχοδονόσωρος Β', Βαβυλώνα
Osama Shukir Muhammed Amin (Copyright)

Όλοι οι αρχαίοι συγγραφείς που έκαναν αναφορά στην πόλη της Βαβυλώνας, εκτός από τους βιβλικούς γραφείς, την αναφέρουν με δέος περιγράφοντας το μεγάλο ζιγκουράτ Ετεμενάνκι - "το θεμέλιο του ουρανού και της γης" - τα τεράστια τείχη, την πύλη Ιστάρ και τους κρεμαστούς κήπους της Βαβυλώνας. Ο Ηρόδοτος σχολιάζει το μέγεθος της πόλης:

Η πόλη στέκεται σε μια ευρεία πεδιάδα, και είναι ένα ακριβές τετράγωνο, εκατόν είκοσι στάδια σε μήκος προς κάθε κατεύθυνση, έτσι ώστε η περίμετρος της να είναι τετρακόσια ογδόντα στάδια. Ενώ αυτό είναι το μέγεθός της, σε μεγαλοπρέπεια δεν υπάρχει άλλη πόλη που να την πλησιάζει. Περιβάλλεται, πρώτον, από μια πλατιά και βαθιά τάφρο, γεμάτη νερό, πίσω από την οποία υψώνεται ένα τείχος πενήντα βασιλικών πήχεων σε πλάτος και διακοσίων σε ύψος. (I.178)

Αν και γενικά πιστεύεται ότι ο Ηρόδοτος υπερέβαλε πολύ τις διαστάσεις της πόλης (και ίσως να μην την επισκέφθηκε ποτέ ο ίδιος), η περιγραφή του απηχεί τον θαυμασμό άλλων συγγραφέων της εποχής που κατέγραψαν το μεγαλείο της Βαβυλώνας, και ιδίως τα μεγάλα τείχη, ως θαύμα του κόσμου. Κατά τη Νεοβαβυλωνιακή περίοδο, επί Ναβουχοδονόσορα Β' (κατά την οποία άρχισε και η Βαβυλωνιακή αιχμαλωσία των Εβραίων), λέγεται ότι κατασκευάστηκαν οι κρεμαστοί κήποι της Βαβυλώνας και η περίφημη πύλη Ιστάρ. Οι Κρεμαστοί Κήποι περιγράφονται με μεγαλύτερη σαφήνεια σε ένα απόσπασμα από τον Διόδωρο Σικελιώτη (λ. 90-30 π.Χ.) στο έργο του Bibliotheca Historica Βιβλίο II.10:

Υπήρχε επίσης, επειδή η ακρόπολη, ο Κρεμαστός Κήπος, όπως λέγεται, ο οποίος χτίστηκε, όχι από τη Σεμίραμις, αλλά από έναν μεταγενέστερο Σύριο βασιλιά για να ευχαριστήσει μια από τις παλλακίδες του- γιατί αυτή, λένε, επειδή ήταν Περσίδα από καταγωγή και νοσταλγούσε τα λιβάδια των βουνών της, ζήτησε από τον βασιλιά να μιμηθεί, με το τέχνασμα ενός φυτεμένου κήπου, το χαρακτηριστικό τοπίο της Περσίας. Το πάρκο εκτεινόταν σε τέσσερις πλέθρες σε κάθε πλευρά, και καθώς η προσέγγιση στον κήπο έπαιρνε κλίση σαν πλαγιά και τα διάφορα μέρη του οικοδομήματος υψώνονταν το ένα από το άλλο βαθμίδα προς βαθμίδα, η εμφάνιση αυτού του συνόλου έμοιαζε με εκείνη ενός θεάτρου. Όταν είχαν κατασκευαστεί οι ανοδικές βεράντες, κάτω από αυτές είχαν κατασκευαστεί στοές που σήκωναν όλο το βάρος του φυτεμένου κήπου και υψώνονταν σιγά-σιγά η μία πάνω από την άλλη κατά μήκος της προσέγγισης- και η ανώτερη στοά, που είχε ύψος πενήντα πήχες, έφερε την υψηλότερη επιφάνεια του πάρκου, η οποία είχε εξισωθεί με το κυκλικό τείχος των πολεμίστρων της πόλης. Επιπλέον, τα τείχη, που είχαν κατασκευαστεί με μεγάλη δαπάνη, είχαν πάχος είκοσι δύο πόδια, ενώ ο διάδρομος ανάμεσα σε κάθε δύο τοίχους είχε πλάτος δέκα πόδια. Οι οροφές των στοών καλύπτονταν με πέτρινες δοκούς μήκους δεκαέξι ποδών, συμπεριλαμβανομένης της επικάλυψης, και πλάτους τεσσάρων ποδών. Η οροφή πάνω από αυτές τις δοκούς είχε πρώτα ένα στρώμα από καλάμια που είχαν τοποθετηθεί σε μεγάλες ποσότητες ασφάλτου, πάνω από αυτό δύο στρώσεις από ψημένα τούβλα συνδεδεμένα με τσιμέντο, και ως τρίτο στρώμα ένα κάλυμμα από μόλυβδο, ώστε να μην μπορεί να εισχωρήσει από κάτω η υγρασία του εδάφους. Πάνω σε όλα αυτά πάλι είχε συσσωρευτεί χώμα σε βάθος, αρκετό για τις ρίζες των μεγαλύτερων δέντρων- και το έδαφος, το οποίο είχε ισοπεδωθεί, ήταν πυκνοφυτεμένο με δέντρα κάθε είδους που, με το μεγάλο τους μέγεθος ή έχοντας οποιαδήποτε άλλη γοητεία, μπορούσαν να δώσουν ευχαρίστηση στον θεατή. Και επειδή οι στοές, που η μία προεξείχε πέρα από την άλλη, δέχονταν όλες το φως, περιείχαν πολλά βασιλικά καταλύματα κάθε είδους- και υπήρχε μια στοά που περιείχε ανοίγματα που οδηγούσαν από την ανώτατη επιφάνεια και μηχανές για την τροφοδοσία του κήπου με νερό, οι μηχανές ανέβαζαν το νερό σε μεγάλη αφθονία από το ποτάμι, παρόλο που κανείς έξω δεν μπορούσε να το δει να γίνεται. Τώρα αυτό το πάρκο, όπως είπα, ήταν μεταγενέστερη κατασκευή.

Αυτό το μέρος του έργου του Διόδωρου αφορά την ημιμυθική βασίλισσα Σεμίραμις (πιθανώς βασισμένη στην πραγματική βασίλισσα της Ασσυρίας Σάμου-Ραμάτ, 811-806 π.Χ.). Η αναφορά του σε "έναν μεταγενέστερο Σύριο βασιλιά" ακολουθεί την τάση του Ηροδότου να αναφέρεται στη Μεσοποταμία ως "Ασσυρία". Πρόσφατες μελέτες επί του θέματος υποστηρίζουν ότι οι Κρεμαστοί Κήποι δεν βρίσκονταν ποτέ στη Βαβυλώνα, αλλά αντίθετα ήταν δημιούργημα του Σενναχειρείμ στην πρωτεύουσά του, τη Νινευή. Ο μελετητής Κρίστοφερ Σκάρρε γράφει:

Το παλάτι του Σενναχειρείμ [στη Νινευή] διέθετε όλα τα συνήθη εξαρτήματα μιας μεγάλης ασσυριακής κατοικίας: κολοσσιαίες φιγούρες φυλάκων και εντυπωσιακά σκαλισμένα πέτρινα ανάγλυφα (πάνω από 2.000 γλυπτές πλάκες σε 71 δωμάτια). Οι κήποι της, επίσης, ήταν εξαιρετικοί. Πρόσφατη έρευνα της Βρετανίδας Ασσυριολόγου Stephanie Dalley υπέδειξε ότι πρόκειται για τους περίφημους κρεμαστούς κήπους, ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου. Μεταγενέστεροι συγγραφείς τοποθέτησαν τους Κρεμαστούς Κήπους στη Βαβυλώνα, αλλά η εκτεταμένη έρευνα απέτυχε να βρει οποιοδήποτε ίχνος τους. Η περήφανη περιγραφή του Σενναχειρείμ για τους κήπους του παλατιού που δημιούργησε στη Νινευή ταιριάζει με εκείνη των Κρεμαστών Κήπων σε αρκετές σημαντικές λεπτομέρειες. (231)

Αν οι κήποι βρίσκονταν στη Βαβυλώνα, θα αποτελούσαν μέρος του κεντρικού συγκροτήματος της πόλης. Ο ποταμός Ευφράτης χώριζε την πόλη στα δύο μεταξύ μιας παλιάς και μιας νέας πόλης, με τον ναό του Μαρντούκ και το μεγάλο πανύψηλο ζιγκουράτ στη νέα, όπου, πιθανότατα, θα βρίσκονταν και οι κήποι. Οι δρόμοι και οι λεωφόροι είχαν διαπλατυνθεί υπό τον Εσαρχαντόν για να εξυπηρετήσουν καλύτερα την ετήσια πομπή του αγάλματος του μεγάλου θεού Μαρντούκ στο ταξίδι του από τον οικείο ναό του στην πόλη προς τον ναό της πρωτοχρονιάτικης γιορτής έξω από την πύλη Ιστάρ, και οι δρόμοι αυτοί βελτιώθηκαν περαιτέρω από τον Ναβουχοδονόσορα Β΄.

Hanging Gardens (Artist's Impression)
Κρεμαστοί Κήποι (Αποτύπωση Καλλιτέχνη)
Mohawk Games (Copyright)

Η Περσική Κατάκτηση

Η Νεοβαβυλωνιακή Αυτοκρατορία συνεχίστηκε και μετά τον θάνατο του Ναβουχοδονόσορα Β' και η Βαβυλώνα παρέμεινε σημαντική πόλη υπό τον Ναβονίδη (r. 556-539 π.Χ.), γνωστό ως "ο πρώτος αρχαιολόγος" για τις προσπάθειες αποκατάστασης παλαιότερων χώρων (όπως το ζιγκουράτ της Ουρ). Το 539 π.Χ., η αυτοκρατορία έπεσε στους Πέρσες υπό τον Κύρο τον Μέγα στη μάχη της Όπις. Τα τείχη της Βαβυλώνας ήταν απόρθητα και έτσι οι Πέρσες έξυπνα επινόησαν ένα σχέδιο με το οποίο εκτρέπουν την πορεία του ποταμού Ευφράτη έτσι ώστε να πέσει σε διαχειρίσιμο βάθος.

Ενώ οι κάτοικοι της πόλης είχαν αποσπαστεί από μια από τις μεγάλες θρησκευτικές γιορτές τους, ο περσικός στρατός διέσχισε τον ποταμό και βάδισε απαρατήρητος κάτω από τα τείχη της Βαβυλώνας. Υποστηρίχθηκε ότι η πόλη καταλήφθηκε χωρίς μάχη, αν και έγγραφα της εποχής δείχνουν ότι έπρεπε να γίνουν επισκευές στα τείχη και σε ορισμένα τμήματα της πόλης και έτσι ίσως η δράση να μην ήταν τόσο αβίαστη όσο ισχυριζόταν η περσική αφήγηση.

Great Gate of Ishtar
Μεγάλη Πύλη του Ιστάρ
Rictor Norton (CC BY-NC-SA)

Υπό την περσική κυριαρχία, η Βαβυλώνα άκμασε ως κέντρο τέχνης και εκπαίδευσης. Ο Κύρος και οι διάδοχοί του έτρεφαν μεγάλη εκτίμηση για την πόλη και την έκαναν μια από τις διοικητικές πρωτεύουσες της αυτοκρατορίας τους. Τα βαβυλωνιακά μαθηματικά, η κοσμολογία και η αστρονομία έχαιραν μεγάλου σεβασμού και πιστεύεται ότι ο Θαλής της Μιλήτου (λ. περ. 585 π.Χ.) σπούδασε εκεί και ότι ο Πυθαγόρας (λ. περ. 571 έως περ. 497 π.Χ.) ανέπτυξε το περίφημο μαθηματικό του θεώρημα βασισμένο σε ένα βαβυλωνιακό μοντέλο.

Συμπέρασμα

Αφού η αυτοκρατορία των Αχαιμενιδών έπεσε στον Μέγα Αλέξανδρο το 331 π.Χ., αυτός συνέχισε να αντιμετωπίζει με σεβασμό την πόλη, διατάσσοντας τους άνδρες του να μην καταστρέφουν τα κτίρια και να μην ενοχλούν τους κατοίκους. Ήλπιζε να ομορφύνει και να αποκαταστήσει την πόλη, αλλά πέθανε πριν προλάβει να υλοποιήσει τα σχέδιά του. Ο μελετητής Στίβεν Μπέρτμαν σημειώνει:

Πριν από τον θάνατό του, ο Μέγας Αλέξανδρος διέταξε να γκρεμιστεί η υπερκατασκευή του ζιγκουράτ της Βαβυλώνας, προκειμένου να ξαναχτιστεί με μεγαλύτερη μεγαλοπρέπεια. Αλλά δεν έζησε ποτέ για να ολοκληρώσει το σχέδιό του. Με την πάροδο των αιώνων, τα διάσπαρτα τούβλα του κανιβαλίστηκαν από τους αγρότες για να εκπληρώσουν ταπεινότερα όνειρα. Το μόνο που έχει απομείνει από τον μυθικό Πύργο της Βαβέλ είναι η κοίτη μιας βαλτώδους λίμνης. (14)

Μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου στη Βαβυλώνα το 323 π.Χ., στους πολέμους των Διαδόχων, οι διάδοχοί του πολέμησαν για την αυτοκρατορία του γενικά και την πόλη ειδικά σε σημείο που οι κάτοικοι έφυγαν για την ασφάλειά τους (ή, σύμφωνα με μια αρχαία αναφορά, μεταφέρθηκαν). Μέχρι τη στιγμή που η αυτοκρατορία των Πάρθιων κυβέρνησε την περιοχή, η Βαβυλώνα ήταν μια φτωχή εκδοχή του παλιού της εαυτού. Η πόλη έπεφτε σταθερά σε ερείπια και, ακόμη και κατά τη διάρκεια μιας σύντομης αναβίωσης υπό την αυτοκρατορία των Σασσανιδών, δεν πλησίασε ποτέ το παλιό της μεγαλείο.

Κατά τη μουσουλμανική κατάκτηση της χώρας, το 651 μ.Χ., ό,τι απέμεινε από τη Βαβυλώνα παρασύρθηκε και, με τον καιρό, θάφτηκε κάτω από την άμμο. Τον 17ο και 18ο αιώνα, Ευρωπαίοι ταξιδιώτες άρχισαν να εξερευνούν την περιοχή και επέστρεψαν στην πατρίδα τους με διάφορα αντικείμενα ενδιαφέροντος. Τον 19ο αιώνα, ευρωπαϊκά μουσεία και ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, ελπίζοντας να βρουν αρχαιολογικές αποδείξεις για τις βιβλικές αφηγήσεις, χρηματοδότησαν διάφορες αποστολές στην περιοχή, οι οποίες έφεραν στο φως πολλές από τις μεγαλύτερες πόλεις της Μεσοποταμίας- μεταξύ αυτών ήταν και η Βαβυλώνα, η άλλοτε πανίσχυρη Πύλη των Θεών.

Ερωτήσεις & απαντήσεις

Γιατί η Βαβυλώνα είναι διάσημη;

Στην εποχή της, η Βαβυλώνα ήταν διάσημη ως ένα μεγάλο πνευματικό, πολιτιστικό και θρησκευτικό κέντρο. Σήμερα, έμεινε γνωστή από την απεικόνιση της στη Βίβλο σαν την πόλη της αμαρτίας και της ανηθικότητας.

Ήταν ο Πύργος της Βαβέλ όντως στην Βαβυλώνα;

Η ιστορία του Πύργου της Βαβέλ ποτέ δεν αναφέρθηκε στην Βίβλο (Γένεσις 11:1-9) συγκεκριμένα στην Βαβυλώνα, καθώς η μόνη αναφορά που γίνεται είναι "στην πόλη και στον πύργο". Έχει προταθεί πως οι Εβραίοι γραφείς συνέδεσαν τον πύργο με την Βαβυλώνα λόγω κάποιας παρερμηνείας ενός Ακκαδικού ονόματος με την Βαβυλώνα, που σήμαινε "Πύλη των Θεών", με την εβραική λέξη "σύγχυση".

Από που προέρχεται το όνομα Βαβυλώνα και τι σημαίνει;

Το όνομα Βαβυλώνα προέρχεται απο το Ακκαδικό "bav-il" που σημαίνει "Πύλη του Θεού" ή "Πύλη των Θεών".

Πως έπεσε η Βαβυλώνα;

Η Βαβυλώνα καταστράφηκε απο τον Σενναχειρείμ της Ασσυρίας και από τον Ξέρξη Α' της Περσίας αλλα ανοικοδομήθηκε. Τελικά, έπεσε απλά λόγω παραμέλησης. Ήταν σε κακή κατάσταση το 651 μ.Χ., όταν οι μουσουλμάνοι Άραβες σάρωσαν την περιοχή και κατέστρεψαν την πόλη. Η Βαβυλώνα εγκαταλείφθηκε κάποια στιγμή μετά.

σχετικά με το μεταφραστή

Athanasios Fountoukis
Ένας ιστορικός, ο οποίος απέκτησε πτυχίου στην Ιστορία και Εθνολογία στην Ελλάδα και μεταπτυχιακό στην Αρχαία Ιστορία στην Ολλανδία. Βρίσκει ενδιαφέρουσα την ιστορία των ναυτιλιακών και νομαδικών κουλτουρών.

σχετικά με το συγγραφέα

Joshua J. Mark
Ανεξάρτητος συγγραφέας και πρώην καθηγητής Φιλοσοφίας μερικής απασχόλησης στο Marist College της Ν. Υόρκης. Ο Joshua J. Mark έχει ζήσει στην Ελλάδα και τη Γερμανία και έχει ταξιδέψει εκτενώς στην Αίγυπτο. Έχει διδάξει ιστορία, έκθεση, λογοτεχνία, και φιλοσοφία σε πανεπιστημιακό επίπεδο.

Αναφέρετε αυτή την εργασία

Στυλ APA

Mark, J. J. (2022, October 14). Βαβυλώνα [Babylon]. (A. Fountoukis, Μεταφραστής). World History Encyclopedia. Ανακτήθηκε από https://www.worldhistory.org/trans/el/1-53/

Στυλ Σικάγο

Mark, Joshua J.. "Βαβυλώνα." Μεταφράστηκε από Athanasios Fountoukis. World History Encyclopedia. Τελευταία τροποποίηση October 14, 2022. https://www.worldhistory.org/trans/el/1-53/.

Στυλ MLA

Mark, Joshua J.. "Βαβυλώνα." Μεταφράστηκε από Athanasios Fountoukis. World History Encyclopedia. World History Encyclopedia, 14 Oct 2022. Ιστοσελίδα. 12 Dec 2024.